25 τρισ. δολάρια έκαναν φτερά από τα ταμπλό των αγορών

1 year ago 74

Οι επενδυτές μπορεί να γύρισαν σελίδα από το 2022, ένα ακραίο και πλήρως ανατρεπτικό έτος που στιγματίστηκε από τις «τιμωρητικές» για τις αγορές επιθετικές επιτοκιακές αυξήσεις της Fed προκειμένου να τιθασεύσει έναν πληθωρισμό σε υψηλό 40 ετών, όμως ο ορίζοντας παραμένει σκοτεινός, μέσα σε ένα έκρυθμο γεωπολιτικό περιβάλλον με σενάρια επικείμενης ύφεσης.

Η αβεβαιότητα και η παταγώδης διάψευση των προσδοκιών έκαναν ακόμη και κορυφαίους «γκουρού» των αγορών να πέσουν συντριπτικά έξω στις προβλέψεις τους. Ο διεθνής δείκτης μετοχών MSCI έχασε το ένα πέμπτο της αξίας του, στη μεγαλύτερη πτώση από το 2008 -οπότε είχε υποχωρήσει περισσότερο από 43%-, με τις μετοχές από τη Wall Street έως τη Σαγκάη και τη Φραγκφούρτη να καταγράφουν σημαντικές απώλειες και να «κάνουν φτερά» από τα διεθνή χρηματιστήρια 25 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με το Bloomberg.

Στη Wall Street, o δείκτης S&P 500 έκλεισε το έτος με απώλειες 19,4%, ο δείκτης Nasdaq βυθίστηκε 33%, ενώ ο Dow Jones υποχώρησε 8,7%, στη χειρότερη πτώση από τη χρηματοπιστωτική κρίση, με το αυξανόμενο κόστος δανεισμού να εξανεμίζει τρισεκατομμύρια δολάρια από τους αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες, που καθοδήγησαν το ράλι στη διάρκεια της πανδημίας το 2020. Η αυτοκινητοβιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων Tesla απώλεσε τα δύο τρίτα της αξίας της φέτος, ενώ η κατασκευάστρια τσιπ Nvidia υποχώρησε 50%. Οι κορυφαίοι της τεχνολογίας Apple και Microsoft βούλιαξαν 30%, ενώ ο μητρικός όμιλος της Google, Alphabet, «είδε» τη μετοχή του να κατρακυλά περίπου 40% και ο μητρικός όμιλος του Facebook, Meta, 64%.

Στον αντίποδα οι μετοχές ενέργειας, που είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι, με τον κλάδο να ενισχύεται 60% και με την Occidental Petroleum να αναδεικνύεται σε αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή με κέρδη 120%. Το δραματικό είναι ότι μόλις πέντε συνεδριάσεις του έτους ευθύνονται για όλες αυτές τις απώλειες της Wall Street, σύμφωνα με τον Νίκολας Κόλας, συνιδρυτή της DataTrek Research.

Στην Ευρώπη

Στην Ευρώπη, ο δείκτης STOXX 600 παρουσίασε φέτος τη χειρότερη επίδοση από το 2018, με απώλειες 12,8%, ενώ ο δείκτης MSCI για ολόκληρη την Ευρώπη σημείωσε βουτιά 16% σε όρους δολαρίων και 11% σε όρους ευρώ. Ο μεγάλος χαμένος η τεχνολογία και στη γηραιά ήπειρο, με απώλειες 28,4%, όμως ακόμη χειρότερη ήταν η επίδοση του ευρωπαϊκού real estate με απώλειες κοντά 40% και του λιανεμπορίου με πτώση 32%. Καθώς οι αξίες των ακινήτων υποχωρούν και το κόστος χρηματοδότησης αυξάνεται από την άνοδο των επιτοκίων, τα χειρότερα ενδεχομένως να βρίσκονται μπροστά για μια αγορά που είχε «φουσκώσει» τα τελευταία χρόνια λόγω φθηνού δανεισμού. Η εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Στοκχόλμης SBB παρουσίασε τη χειρότερη επίδοση του υποδείκτη ακινήτων, καταγράφοντας απώλειες άνω του 70%. Η Σουηδία, που διαθέτει μερικές από τις εταιρείες ακινήτων με τον υψηλότερο δανεισμό, μπορεί να δείξει τι μέλλει γενέσθαι σε άλλες αγορές. Επίσης, με τους καταναλωτές να δίνουν προτεραιότητα στα βασικά είδη, οι εταιρείες ρούχων, ειδικά στη Βρετανία, δέχθηκαν ισχυρότερο πλήγμα, με τη Marks & Spencer και την JD Sports Fashion να καταγράφουν απώλειες άνω του 40%.

Από την άλλη πλευρά, οι κλάδοι της λεγόμενης «παλαιάς οικονομίας», όπως πετρέλαιο και εξορυκτικές, οδήγησαν τον επιμέρους δείκτη του STOXX 600 για την ενέργεια στην καλύτερη επίδοση του 2022 με κέρδη 25,5%, ενώ άνοδο της τάξης του 60% έως 80% σημείωσαν και μετοχές ευρωπαϊκών αμυντικών εταιρειών, όπως των Thales, Dassault Aviation και SAAB, καθώς με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία τα ευρωπαϊκά κράτη έσπευσαν να αυξήσουν τους εξοπλισμούς τους.

Από τους κορυφαίους χρηματιστηριακούς δείκτες της Ευρώπης, ο DAX στη Φραγκφούρτη κατέγραψε απώλειες 12,3%, ο CAC 40 στο Παρίσι κοντά στο 10%, ενώ αντίθετα ο FTSE στο Λονδίνο, ο οποίος «εκπροσωπείται» ως επί το πλείστον από εταιρείες ενέργειας, κατάφερε να ξεπεράσει την οικονομική και πολιτική «καταιγίδα» που σάρωσε πέρυσι τη Βρετανία και να κλείσει με άνοδο 1,2%. Από την ευρωπεριφέρεια, ο δείκτης FTSE MIB στο Μιλάνο υποχώρησε 13,31% και ο IBEX στη Μαδρίτη κατά 5,56%.

Σημαντικό πλήγμα υπέστησαν και οι μετοχές της Κίνας, καθώς η οικονομία διαταράχθηκε από τα αυστηρά μέτρα «μηδενικού Covid» και η χώρα βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με ένα τεράστιο κύμα μολύνσεων καθώς ανοίγει ξανά. Ο δείκτης CSI 300 στη Σαγκάη και Σενζέν υποχώρησε 22% σε όρους τοπικού νομίσματος και 28% σε όρους δολαρίου. Επίσης, ο δείκτης Nikkei στο Τόκιο τερμάτισε το 2022 με απώλειες 20,9%, ενώ ο MSCI για την περιοχή Ασίας/Ειρηνικού εξαιρουμένης της Ιαπωνίας κατέγραψε πτώση κοντά στο 20%. Μεγάλη εξαίρεση το χρηματιστήριο της Ινδίας, όπου ο δείκτης Sensex έκλεισε με κέρδη 4,4%.

Εξίσωση με αρκετές μεταβλητές

Ο πληθωρισμός και ο βαθμός επιθετικότητας της Fed στην προσπάθειά της να τον τιθασεύσει θα παραμείνουν οι βασικοί παράγοντες που θα καθορίσουν την πορεία των μετοχών και το 2023. Υπάρχουν βεβαίως και κάποια κρίσιμα ερωτήματα, με πρώτιστο εάν θα έχουμε ύφεση ή ομαλή προσγείωση. Εάν αρχίσει ύφεση, οι μετοχές φυσικά θα οδηγηθούν σε νέα πτώση, άλλωστε τα ιστορικά στοιχεία έχουν δείξει ότι μια bear market ουδέποτε έπιασε πάτο πριν αρχίσει η ύφεση. Οι περίοδοι ύφεσης είθισται να πλήττουν βαριά τις μετοχές, με τον S&P 500 να υποχωρεί κατά μέσο όρο 29% στους κύκλους ύφεσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με την Truist Advisory Services. Η ελεύθερη πτώση ωστόσο είθισται να ακολουθείται από ισχυρή ανάκαμψη.

Ακόμη ένα βασικό ερώτημα είναι εάν απειλούνται τα εταιρικά κέρδη, με τους επενδυτές να ανησυχούν ότι οι προβλέψεις ίσως να μην έχουν προεξοφλήσει πλήρως μια δυνητική ύφεση. Οι σημερινές προβλέψεις αναλυτών κάνουν λόγο για αύξηση κερδών 4,4% για τις εισηγμένες στον δείκτη S&P 500 επιχειρήσεις, όμως, σύμφωνα με τη Ned Davis Research, υποχωρούν κατά μέσο όρο 24% ετησίως σε περιόδους ύφεσης. Μέσα σε αυτό το αβέβαιο περιβάλλον, προκύπτει δε και το ερώτημα εάν υπάρχει εναλλακτική επένδυση πέραν των μετοχών και μάλλον η απάντηση είναι αρνητική, καθότι η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς κρατικού ομολόγου που παρακολουθεί τον πληθωρισμό διαμορφώνεται στο 1,5%, αφού άγγιξε τον Οκτώβριο το υψηλότερο επίπεδο σε διάρκεια δεκαετίας. «Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τα θεμελιώδη, ως προς την πορεία της οικονομίας, τις κινήσεις της Fed και την πορεία των εταιρικών κερδών. Και βεβαίως το ερώτημα: πώς θα μπει η αγορά μετοχών στο 2023, θα ξεκινήσει με ένα sell off τον Ιανουάριο;», επισημαίνει ο Τζέιμς Ράγκαν της D.A. Davidson.

Εάν όμως η επιβράδυνση, ή ακόμη και η ύφεση, αποδειχθεί ήπια και μικρής διάρκειας, όπως διατείνονται κάποιοι αναλυτές, τότε οι μετοχές θα μπορούσαν να σημειώσουν ράλι στο δεύτερο εξάμηνο του 2023, μετά από ένα ασταθές πρώτο τρίμηνο.

S&P 500: Οι πέντε δραματικές συνεδριάσεις

– 13 Σεπτεμβρίου: Ο S&P 500 κατέγραψε πτώση 4,3%, αφότου ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τον μήνα Αύγουστο στις ΗΠΑ διαμορφώθηκε σε υψηλότερα του αναμενομένου επίπεδα τόσο για τον βασικό όσο και τον δομικό πληθωρισμό, στο 8,3% και 6,3% αντίστοιχα.

– 18 Μαΐου: Ο δείκτης υποχώρησε 4% αφότου ο όμιλος λιανεμπορίου Target δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες για τα κέρδη πρώτου τριμήνου, λόγω της αλλαγής των καταναλωτικών συνηθειών ως προς τις δαπάνες, το αυξανόμενο κόστος και συνεχιζόμενα προβλήματα σε επίπεδο προσφοράς. Μία μέρα νωρίτερα, η Walmart είχε απευθύνει αντίστοιχη προειδοποίηση. Ξεχωριστά, ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, επεσήμανε ότι «θα υπάρξει κάποιος πόνος» καθώς η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ συνεχίζει να αυξάνει τα επιτόκια.

– 13 Ιουνίου: Ο S&P 500 απώλεσε 3,9% της αξίας του, καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τον Μάιο έδειξε ότι ο βασικός και δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε περισσότερο του αναμενομένου, 8,6% και 6% αντίστοιχα. Ο δείκτης έκλεισε επισήμως σε bear market σε αυτή τη συνεδρίαση για πρώτη φορά στη διάρκεια του 2022.

– 29 Απριλίου: Ο S&P 500 υποχώρησε 3,6%, από τη στιγμή που η Amazon.com δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προβλέψεις της για τα τριμηνιαία κέρδη της και αναθεώρησε καθοδικά τις προβλέψεις της, με τη μετοχή της εταιρείας να σημειώνει βουτιά 14% σε αυτή τη συνεδρίαση. Η είδηση αυτή άσκησε επίσης πιέσεις και στις μετοχές άλλων μεγάλων τεχνολογικών, με την Apple να υποχωρεί 3,7%, τη Microsoft 4,2% και την Alphabet κατά 3,7%.

– 5 Μαΐου: Ο δείκτης υποχώρησε 3,6% μία μέρα αφότου ο Πάουελ διαβεβαίωσε τις αγορές ότι η Fed δεν σκοπεύει να αυξήσει τα επιτόκια περισσότερο από 50 μονάδες βάσης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα συνεχιστούν οι επιτοκιακές αυξήσεις, εξανεμίζοντας τα κέρδη της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης.

Read Original